28 Οκτωβρίου 1940: Το ιταλικό τελεσίγραφο
Η απόφαση για πόλεμο είχε ληφθεί κατά τη διάρκεια της νύχτας, όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός, Ιωάννης Μεταξάς, κλήθηκε να απαντήσει στο τελεσίγραφο που του επέδωσε στις 03.00, στο σπίτι του στην Κηφισιά, ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι.
Η ιταλική κυβέρνηση ζητούσε να καταλάβει με τις ένοπλες δυνάμεις της ορισμένα στρατηγικά σημεία της ελληνικής επικράτειας ως εγγύηση για την ουδετερότητα της Ελλάδας, καθώς θεωρούσε ότι η τελευταία είχε επιτρέψει να μεταβληθεί το έδαφός της σε βάση πολεμικής δράσης εναντίον της Ιταλίας. Ζητούσε, επίσης, από την ελληνική κυβέρνηση να μη παρεμποδίσει την ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων και να δώσει στις δικές της στρατιωτικές αρχές τις αναγκαίες οδηγίες, επισημαίνοντας, όμως, ότι εάν τα ιταλικά στρατεύματα συναντούσαν αντίσταση, θα την έκαμπταν διά των όπλων.
Ποιος είπε το όχι την 28 Οκτωβρίου 1940
Το ιταλικό τελεσίγραφο εξέπνεε στις 06.00 το πρωί, οπότε θα ξεκινούσε και η είσοδος των ιταλικών δυνάμεων στο ελληνικό έδαφος. Ήταν προφανές ότι δεν υπήρχε κανένα ουσιαστικό ή χρονικό περιθώριο για τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Η απάντηση του Ιωάννη Μεταξά δόθηκε στην επίσημη διπλωματική γλώσσα, τη γαλλική:
«Alors, c’est la guerre!» («Λοιπόν, έχουμε πόλεμο!»).
Οι σχέσεις Ελλάδας και Ιταλίας πριν τις 28 Οκτωβρίου 1940
Οι σχέσεις των δύο χωρών ήταν τεταμένες ήδη από το 1939, όταν η Ιταλία κατέλαβε την Αλβανία, και εντάθηκαν ακόμη περισσότερο μετά την είσοδό της στον Β ́ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Ιούνιο του 1940, και την κλιμακούμενη εκδήλωση των απειλητικών της διαθέσεων εναντίον της Ελλάδας, με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό του ευδρόμου «Έλλη» στις 15 Αυγούστου 1940.
Η μετακίνηση, από το καλοκαίρι, ισχυρών ιταλικών δυνάμεων προς τα ελληνικά σύνορα και η ταυτόχρονη απρόσκοπτη πορεία των στρατευμάτων του Άξονα στην Ευρώπη προμήνυαν ότι η ιταλική επίθεση στην Ελλάδα ήταν μόνο θέμα χρόνου. Ωστόσο, μόλις δύο-τρεις ημέρες νωρίτερα, το κλίμα ήταν φαινομενικά πολύ διαφορετικό. Επικρατούσε μια «παράδοξος ἡσυχία», όπως χαρακτηριστικά γράφει στο ημερολόγιό του ο Μεταξάς, και στην ελληνική πρωτεύουσα το κυρίαρχο γεγονός ήταν η παράσταση της όπερας του Τζιάκομο Πουτσίνι «Μαντάμ Μπάτερφλάι», στο Βασιλικό Θέατρο, στις 25 Οκτωβρίου.
Μάλιστα, ο Γκράτσι είχε προσκαλέσει τον γιο του μεγάλου Ιταλού συνθέτη και παρέθεσε προς τιμήν του δεξίωση στην ιταλική πρεσβεία, στις 26 Οκτωβρίου, με το πρόσχημα της συμφιλίωσης των δύο λαών. Την ίδια ώρα, όμως, κατέφθανε στο γραφείο του κρυπτογραφημένο το τελεσίγραφο της κυβέρνησής του προς την Ελλάδα. Το αρχικό ιταλικό σχέδιο προέβλεπε την έναρξη της επίθεσης την ίδια ημέρα.
Αμέσως μετά την αποχώρηση του Γκράτσι από το σπίτι του, ο Μεταξάς ενημέρωσε τηλεφωνικά τον βασιλιά Γεώργιο Β’, τους αρχηγούς των Γενικών Επιτελείων Στρατού και Ναυτικού, και τον Άγγλο πρεσβευτή στην Αθήνα, ενώ στις 03.45 επικοινώνησε με τους πρεσβευτές της Άγκυρας και του Βελιγραδίου.
Στις 05.30 συγκάλεσε υπουργικό συμβούλιο, το οποίο επικύρωσε την απάντησή του στον Ιταλό πρεσβευτή και στη συνέχεια υπογράφηκαν τα διατάγματα για την επιστράτευση των Ενόπλων Δυνάμεων και την κήρυξη της επικράτειας σε κατάσταση πολιορκίας.
Την αρχηγία των Ενόπλων Δυνάμεων ανέλαβε, σύμφωνα με το σύνταγμα, ο βασιλιάς, ενώ η αρχηγία του Στρατού Ξηράς ανατέθηκε στον Αντιστράτηγο Αλέξανδρο Παπάγο, ως τότε Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού.
Η άμεση κινητοποίηση του Ελληνικού Στρατού
Ο Ελληνικός Στρατός ήταν από καιρό προετοιμασμένος για να αντιμετωπίσει μια τέτοια πρόκληση. Από τον Σεπτέμβριο του 1939, το Γενικό Επιτελείο λάμβανε μέτρα ενίσχυσης των μεθοριακών μονάδων και αμυντικής οργάνωσης των περιοχών της Ηπείρου και της δυτικής Μακεδονίας, ενώ τον Αύγουστο του 1940, μετά τη νέα ένταση των σχέσεων με την Ιταλία, προχώρησε, με πλήρη μυστικότητα, σε προεπιστράτευση και περαιτέρω ενίσχυση των σχηματισμών που βρίσκονταν στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Οι διοικητές των μεγάλων μονάδων ενημερώνονταν από τον ίδιο τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους:
«’Επί τῶν Ἑλληνοαλβανικῶν συνόρων συνεχίζονται συγκεντρώσεις Ἰταλικοῦ Στρατοῦ. Δέν ἀποκλείεται νά εὑρεθῶμεν πρό αἰφνιδιαστικῆς ἐπιθέσεως τῶν Ἰταλῶν […] ἔχετε ὑπ’ ὄψει σας ὅτι ἄν γίνῃ τίποτε πρέπει νά ῥίξωμε μερικές ντουφεκιές γιά τήν τιμή τῶν ὅπλων».
Η διάταξη του Ελληνικού Στρατού την 28 Οκτωβρίου 1940
Ειδικότερα, την ημέρα της κήρυξης του πολέμου, στον τομέα της Ηπείρου βρισκόταν η VIII Μεραρχία, με έδρα τα Ιωάννινα, ενισχυμένη με μονάδες της III Ταξιαρχίας. Στη δυτική Μακεδονία, ζώνη ευθύνης του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας, με έδρα την Κοζάνη, ήταν αναπτυγμένα τα τμήματα της IX Μεραρχίας και της IV Ταξιαρχίας Πεζικού, οι οποίες υπάγονταν στο Β ‘ και Γ’ Σώμα Στρατού, αντίστοιχα. Στην ενδιάμεση ορεινή περιοχή της Πίνδου βρισκόταν το Απόσπασμα Πίνδου, έφεδρη μονάδα με δύναμη περίπου ενός συντάγματος.
Συνολικά τα ελληνικά στρατεύματα που ήταν αναπτυγμένα έναντι των αλβανικών συνόρων την 28 Οκτωβρίου 1940, ανέρχονταν σε 39 τάγματα πεζικού και 401⁄2 πυροβολαρχίες διαφόρων διαμετρημάτων, συνολικής δύναμης περίπου 35.000 ανδρών.
Η είδηση της επικείμενης ιταλικής επίθεσης είχε γνωστοποιηθεί στους διοικητές των σχηματισμών μέχρι τις 04.00 από τον διευθυντή του γραφείου του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού Αντισυνταγματάρχη Αθανάσιο Κορόζη, μαζί με τη διαταγή της κυβέρνησης για «ἀντίστασιν μέχρις ἐσχάτων».
Στη συνέχεια, ο Αρχηγός εξέδωσε σειρά διαταγών προς τους διοικητές των ελληνικών δυνάμεων, οι οποίες διαβιβάστηκαν τηλεφωνικά στις 05.00 και τηλεγραφικά γύρω στις 07.00. Η πρώτη από αυτές ανέφερε:
«Από έκτης πρωϊνής ώρας σήμερον περιερχόμεθα εμπόλεμον κατάστασιν προς Ιταλίαν. Στοπ. Άμυνα εθνικού εδάφους διεξαχθή βάσει διαταγών ας έχητε. Στοπ. Εφαρμόσατε σχέδιον Επιστρατεύσεως.»
Το σχέδιο επιχειρήσεων ΙΒ
Το σχέδιο επιχειρήσεων του Ελληνικού Στρατού είχε αρχίσει να συντάσσεται πριν από το 1939 και οριστικοποιήθηκε μετά την κατάληψη της Αλβανίας από την Ιταλία, τον Απρίλιο του 1939.
Ονομάστηκε ΙΒ, από τα αρχικά των πιθανών αντιπάλων (Ιταλία-Βουλγαρία) και τροποποιήθηκε δύο φορές (Σχέδια ΙΒα και ΙΒβ).
Σε γενικές γραμμές προέβλεπε αρχικά την άμυνα του εθνικού εδάφους στις παραμεθόριες περιοχές και σε δεύτερη φάση, μετά την επιστράτευση και τη συγκέντρωση του στρατού στις περιοχές άμυνας, την ανάληψη επιθετικής ενέργειας.
Από την ελληνική ηγεσία αποφασίστηκε χωρίς δισταγμό η εφαρμογή του σχεδίου ΙΒα, δηλαδή η άμυνα εξ αρχής ολόκληρου του εθνικού εδάφους στις αμυντικές τοποθεσίες που είχαν οργανωθεί κατά μήκος των συνόρων, με εξαίρεση την περιοχή της Ηπείρου. Εκεί δόθηκε δυνατότητα για πρωτοβουλία ενεργείας στον διοικητή της VIII Μεραρχίας Πεζικού, στον οποίο υπάγονταν όλες οι μονάδες ενίσχυσης της περιοχής.
Χάρη στην άρτια επιτελική προπαρασκευή και στη σαφήνεια του σχεδίου, το απλό και λακωνικό σήμα του Αρχιστρατήγου ήταν αρκετό για να τεθεί αυτόματα σε λειτουργία ολόκληρος ο πολεμικός μηχανισμός.
Αντίστοιχες διαταγές έδωσαν αμέσως και οι διοικητές των σχηματισμών προς τις μονάδες τους και ως τις 05.00 είχαν ενημερωθεί τηλεφωνικά όλα τα ελληνικά τμήματα που έπρεπε να ενεργήσουν άμεσα. Άλλωστε, αυτά ήταν ήδη σε άτυπο συναγερμό λόγω της κινητικότητας του ιταλικού στρατού κατά τις προηγούμενες ημέρες.
28 Οκτωβρίου 1940: Το χρονικό της πρώτης ημέρας του Ελληνοϊταλικού πολέμου: