Ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος τέλεσε Τρισάγιο στον τάφο του αειμνήστου Μητροπολίτου Δράμας κυρού Παύλου και εναπόθεσε το άνθος “τη Παναΐας τα δάκρυα” από τις Ποντικές Άλπεις.
Ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος πραγματοποιεί επίσκεψη στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα αναχώρησε στις 25 Μαΐου 2022, από την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη, για για τη Θεσσαλονίκη και το Άγιον Όρος, όπου, από την ερχόμενη Παρασκευή, το απόγευμα, θα πραγματοποιήσει διήμερη προσκυνηματική επίσκεψη.
Τη Παναΐας τα δάκρυα
Αμέσως μετά την άφιξή του στο αεροδρόμιο “Μέγας Αλέξανδρος” της Χρυσούπολης Καβάλας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος μετέβη στην Ιερά Μονή Αναλήψεως του Σωτήρος, στο χωριό Ταξιάρχες του νομού Δράμας, όπου τέλεσε Τρισάγιο στον τάφο του αειμνήστου Μητροπολίτου Δράμας κυρού Παύλου, υπερμάχου των δικαίων της Μητρός Εκκλησίας και προσωπικού του φίλου.
Ο Βαρθολομαίος έφερε και εναπόθεσε στο μνήμα του Παύλου άνθη από τα όρη του Πόντου, τα ονομαζόμενα εις την Ποντιακήν διάλεκτον “τη Παναΐας τα δάκρυα“. Πρόκειται για το αγριολούλουδο της υπαίθρου Αμάραντο με την την επιστημονική ονομασία «Helichrysum stoechas» (Ελίχρυσος ο πολύτιμος).
Ιδιαίτερα συγκινημένος ο Οικουμενικός Πατριάρχης μίλησε για τον Δράμας Παύλο, συλλυπούμενος τη μητέρα και την αδελφή του αειμνήστου Ιεράρχου.
Ακολουθεί η ομιλία του Παναγιωτάτου (σσ το κείμενο έχει μετατραπεί στο μονοτονικό σύστημα για να είναι δυνατή η ανάγνωση σε browser που δεν υποστηρίζουν το πολυτονικό σύστημα):
Πολυφίλητέ μοι Παύλε,
Ήλθεν αδά «ο Τρανόν» από την Βασιλίδα! Ήλθεν ο Πατριάρχης σου, ο Πατριάρχης της Ρωμηοσύνης μας, ο φίλος σου ο γνήσιος. Όταν έμαθα, αδελφέ, τα περί της εκδημίας σου, μετά την πρώτη έκπληξη του κεραυνού και την βροντή της ειδήσεως, αμέσως είπα μέσα μου ότι στην πρώτη μου Ιεραποδημία στην Ελλάδα, θα έλθω κατευθείαν στον τάφο σου, να γονατίσω και να σου διαβάσω Τρισάγιο κατά τις παραδόσεις της πίστεώς μας. Και ιδού!
Ήλθα σήμερα κατευθείαν από την Πόλι που τόσο αγάπησες! Ήλθα από το Φανάρι, από εκεί που χτυπά η καρδιά του Πόντου, της Μικρασίας, της Καππαδοκίας, της Θράκης, Ανατολικής και Δυτικής, της Μακεδονίας, της Ηπείρου, των νησιών μας στο Αιγαίο που μόνον ενώνει. Ήλθα από την έδρα της Ρωμηοσύνης για να σου πω από κοντά: «Αδελφέ, Χριστός Ανέστη!» Ρωμηοί, και μάλιστα κληρικοί σαν κι εσένα, είναι φορείς αυτού του αναστασίμου ήθους! Γνωρίζουν να ζούν και γνωρίζουν να πεθαίνουν.
Λεβέντες, όρθιοι στη ζωή και στον Θάνατο! Αλύγιστοι στις δυσκολίες, ανυποχώρητοι στον πειρασμό της εξουσίας, ακαταπόνητοι στην διακονία των ιερών υποθέσεων. Αυτός ήσουν, άγιε αδελφέ! Αυτός ήσουν για το Φανάρι μας, για το Πατριαρχείο μας, για την Εκκλησία που ώρισαν οι κανόνες να σκεπάζη και τον Πόντο της καρδίας σου! Είχες ιδανικά και αυτά επέλεξες να διακονής με Αλήθεια και αγάπη!
Από αυτό το Φανάρι ήλθα ώστε να τιμήσω ο ίδιος ο Πατριάρχης σου την αφοσίωσι και την φιλία σου. Αφοσίωσι εκ σπλάχνων, φιλία ψυχής. Ήλθα, με λίγα άνθη στα χέρια από το χωριό των προγόνων σου στον Πόντο, που τα έφερε ο επιστήθιος φίλος σου Efkan Bey· ήλθα εδώ όπου ασκήθηκε και ετάφη ο συντοπίτης σου Όσιος Γεώργιος ο Καρσλίδης, ο οποίος απήλαυσε τη στοργική ανακομιδή σου και τις μέριμνες από εσένα περί της Αγιοκατατάξεώς του. Πλάι του αναπαύεσαι. Πλάι και στην οξυδερκή και ανδρεία Γερόντισσα Ακυλίνα, την μεγάλη αυτή Ηγουμένη της Μονής. Ευλογημένη η Μάνδρα της Αναλήψεως που ανέλαβε τα τίμια σώματα ευλογημένων ανθρώπων, όσον οι ψυχές των θα προγεύωνται της γλυκύτητος του Παραδείσου.
Αδελφέ μου Παύλε,
Ήλθα να σου πω ένα μεγάλο «ευχαριστώ»! Όχι διότι εργάσθηκες για την Εκκλησία-αυτό είναι και θα πρέπει να είναι η επιλογή κάθε κληρικού, αλλά διότι επέλεξες την οδό της Αληθείας και της εντιμότητος! Αγάπησες με όλο σου το «είναι» το Φανάρι μας, τη Ρωμηοσύνη, τα χώματα της γενετείρας των προγόνων σου. Αναδείχθηκες άξιος διάδοχος μορφών σπουδαίων Ποντίων, με λογιότητα, με μεράκι, με οραματισμούς, με λογισμό και μ’ όνειρο. Ήσουν ποιμένας, δεσπότης, κληρικός, φιλογενής, πεπαιδευμένος, ατόφιος, αληθινός, χωρίς την υπερβολή της επιδειξιομανίας αλλά με το μεγαλείο της σεμνότητος.
Ο Πόντος, ίσως πούν πολλοί ότι τώρα ορφάνεψε! Ξεχνούν ίσως αυτό που ακράδαντα πίστευες: «Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο». Είπες χειροτονούμενος Αρχιερεύς: «Νοερώς καθ’ εκάστην επισκέπτομαι τον Πόντον τον «ανάσπαλτον, τον τσιτσεκοσκεπαγμένον», πραγματοποιών καρδιακόν προσκύνημα εις την πόλιν του αγίου μεγαλομάρτυρος Ευγενίου, την κλεινήν και περίδοξον Τραπεζούντα, ανέρχομαι εις τον Φαιόν λόφον, ένθα τα ανάκτορα των Μεγάλων Κομνηνών, αποθαυμάζω την καλλίστην θέαν, φέρω εις τα χείλη μου τους στίχους του ποντίου δημώδους ασματος: «εξέβα ‘παν’ σο Ποζ-τεπέ κι είδα την Τραπεζούνταν, έμορφος κάτω σο Μειτάν, κι άσκεμος σην Δαφνούνταν». Εξυμνώ μετά του νομοφύλακος Ιωάννου του Ευγενικού το κάλλος των Ναών αυτής: «Και αίρει αύτη κύκλω τους οφθαλμούς, η νέα Σιών, και βλέπει θεοφεγγείς ως φωστήρας εκ δυσμών και βορρά και θαλάσσης και εώας τα τέκνα αυτής, τους ιερούς Πατέρας, εν τοις θείοις τεμένεσιν απαύστως ευλογούντας Θεόν», και εν συγκινήσει αναλογίζομαι οποίας παρακαταθήκης φύλαξ και φορεύς υπάρχω.”.
Αυτής της περιωπής Πόντιος Ιεράρχης υπήρξες! Αητός μονοκέφαλος, σαν εκείνους που κοσμούσαν τα Βασιλικά ενδύματα Μανουήλ Α΄, του ιδρυτού της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντος, στραμμένος, δηλαδή, μόνον προς Ανατολάς!
Και η Μήτηρ Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως δεν πρόκειται να λησμονήση αυτόν τον ανυστερόβουλο προσανατολισμό σου, την αγάπη σου, την γενναιότητά σου, την παρρησία σου, την προάσπισι των ευθυνών της, την πιστότητά σου ακόμη και μόνος μονώτατος μένοντας. Η Μήτηρ Εκκλησία γνωρίζει με σοφία να τιμά τους ανθρώπους που σπεύδουν να την τιμούν και να φερθούν με στοργή στο πενιχρό μεγαλείο και στην κατά κόσμον αδυναμία της.
Σου υπόσχομαι ότι τον Πόντο θα τον έχω σαν τα μάτια μου, όπως μου τον κληροδότησαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι. Θα συνεχίσω, όσο μου επιτρέπει ο Θεός, να τον περιδιαβαίνω, να τον φροντίζω, να τον αγαπώ, να βλέπω στα σεμνώματά του την αγάπη σου, να αφουγκράζωμαι στην Κρώμνη τις προγονικές σου διηγήσεις, να ημερεύω την ψυχή μου στην Ίμερα, στην επτάκωμο Σάντα να σε συνδυάζω με το μαρτυρολόγιο, να σε θυμάμαι στις Λειτουργίες στού Μελά, να νοσταλγώ το βραχώδες και άκαμπτο του φρονήματός σου υπέρ της Μεγάλης Εκκλησίας.
Και, λοιπόν, φίλε Δράμας Παύλε, σε αποχαιρετώ με τη θέρμη της φιλίας δύο Ποντιοκαππαδοκών Αγίων, Γρηγορίου του Θεολόγου και Βασιλείου του Μεγάλου:
«Σε παρακαλώ να είσαι κοντά μου, να σε καίη η ίδια φλόγα της αρετής και να συνεργάζεσαι μαζύ μου, και όποια ωφέλεια είχαμε συγκεντρώσει κάποτε, να την διατηρής με τις προσευχές, για να μη διαλυθούμε σαν σκιά λίγο λίγο καθώς γέρνει η μέρα». (Επιστολή Η’, Βασιλείω…PG 37, 32 Α-Β).
Χριστός Ανέστη!