Οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας βρίσκονται σε φάση προσπάθειας διατήρησης ήρεμου κλίματος, με πολλαπλές συναντήσεις και συνεργασίες, παρά τις διαφορές.
Ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Γιάννης Κεφαλογιάννης αναφέρθηκε σε θέματα όπως η ενεργειακή ασφάλεια, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και η αμυντική στρατηγική της Ελλάδας σε Ημερίδα που διοργανώθηκε από το New York College με θέμα “Η Ανατολική Μεσόγειος μετά την Εκλογή Τραμπ“.
Ο Γιάννης Κεφαλογιάννης δήλωσε ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν δείξει βελτίωση από τον Μάρτιο 2023, με προσπάθειες για ήρεμο κλίμα και συνεργασία.
Αναλυτικά τοποθέτησή του ΥΦΕΘΑ Κεφαλογιάννη:
“Σας καλωσορίσω στην εκδήλωση, που έχει ως σκοπό να προσφέρει σημαντικές και ενδιαφέρουσες απόψεις αναφορικά με τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά τις Αμερικανικές εκλογές και την εκλογή νέου Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να συγχαρώ, για την εξαιρετική διοργάνωση αυτής της εκδήλωσης, το New York College, το ιστορικό ελληνικό κολλέγιο που σε συνεργασία με κρατικά πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής διαμόρφωσε τον χάρτη της κολλεγιακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια και στην Κεντρική Ευρώπη, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμα του στον χώρο της εκπαίδευσης. Η προσπάθεια που καταβάλλεται από την πλευρά του εκπαιδευτικού ιδρύματος, να φέρει σε επαφή εξαιρετικούς ακαδημαϊκούς και επαγγελματίες, αλλά και να δημιουργήσει έναν διάλογο για μια περιοχή με ιδιαίτερη στρατηγική σημασία, είναι εξαιρετική και αξιέπαινη. Αυτές οι πρωτοβουλίες δεν είναι μόνο σημαντικές για την επιστημονική κοινότητα, αλλά και για την ευρύτερη κοινωνία, καθώς προάγουν τη γνώση και την κατανόηση της γεωπολιτικής κατάστασης της ευρύτερης περιοχής μας. Η περιοχή μας χαρακτηρίζεται από προκλήσεις, αλλά και τεράστιες ευκαιρίες.
Η κλιμάκωση των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή και ο συνεχιζόμενος πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία υπογραμμίζουν τους διαρκείς κινδύνους για την ενεργειακή ασφάλεια που αντιμετωπίζει ο πλανήτης. Μετά από δύο πολύ δύσκολες χρονιές, το 2024 υπήρξε έτος σταθεροποίησης για το ενεργειακό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κυριότερο επίτευγμά της, τα τελευταία δύο χρόνια, ήταν η δραστική μείωση ζήτησης φυσικού αερίου, κατά 18% και η μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, από 45% σε 15%.
Το Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο (LNG) συνεχίζει να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή ΝΑ Ευρώπης και Ανατολικής Μεσογείου. Ένα από τα πιο σημαντικά ορόσημα που αφορά την Ελλάδα και έχει βαρύνουσα γεωπολιτική σημασία, ήταν η λειτουργία του τερματικού σταθμού LNG και της Μονάδας Αποθήκευσης και Επαναεριοποίησης της Αλεξανδρούπολης, τον Οκτώβριο του 2024. Η εξάρτηση της ΕΕ από το LNG των ΗΠΑ έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και την απόφαση της ΕΕ για εκούσιο περιορισμό των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών, στο πλαίσιο της πολιτικής για την απεξάρτηση από αυτές, έως το έτος 2027.
Η κυβέρνηση του Προέδρου Μπάιντεν είχε «παγώσει» προσωρινά τις αποφάσεις εξαγωγής LNG, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με τη διαθεσιμότητά του από τις Ηνωμένες Πολιτείες στο εγγύς μέλλον. Ωστόσο, η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, εκτιμάται ότι θα αλλάξει την τροχιά των ενεργειακών πολιτικών των ΗΠΑ έναντι της Ευρώπης, με περισσότερη έμφαση στα ορυκτά καύσιμα, γεγονός που θα δώσει ώθηση στην εγχώρια παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς και στις εξαγωγές LNG. Ευρωπαίοι αναλυτές εκτιμούν ότι η νέα Κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήσει τις προμήθειες LNG ως εργαλείο πίεσης προς την Ευρώπη. Εκτιμάται ότι θα επιδιώξει να επεκτείνει τις υποδομές LNG στις ΗΠΑ και να αυξήσει τις εξαγωγές προς την ΕΕ, δημιουργώντας μεγαλύτερο κίνδυνο εξάρτησης, καθώς η Ευρώπη προγραμματισμένα απομακρύνεται από το ρωσικό αέριο. Αυτό θα απειλούσε την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ, δημιουργώντας μια νέα εξάρτηση από έναν μόνο προμηθευτή. Για το λόγο αυτό, η Ένωση προσπαθεί να καταργήσει σταδιακά την μεγάλη εξάρτησή της από το φυσικό αέριο, ώστε να καταστεί πιο ανθεκτική στις γεωοικονομικές απειλές και στην αστάθεια των τιμών.
Στόχος της είναι, σχεδόν η μισή οικονομική δραστηριότητά της να εξαρτάται από την «πράσινη» ηλεκτρική ενέργεια, έως το 2040. Αναφορικά με την Ελλάδα, ο νέος σταθμός της Αλεξανδρούπολης, σε συνδυασμό με τον σταθμό LNG της Ρεβυθούσας και τις επενδύσεις του ΔΕΣΦΑ για την αύξηση της εξαγωγικής δυναμικότητας του ελληνικού δικτύου, σε συνέργεια και «συμπληρωματικότητα» με τα εμβληματικά έργα των αγωγών TAP και IGB, ενισχύουν περαιτέρω τις ενεργειακές υποδομές και τη διασυνδεσιμότητα των δικτύων στην ευρύτερη περιοχή, προς όφελος της ενεργειακής ασφάλειας. Παράλληλα, στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, η Ελλάδα αναπτύσσει εμβληματικά έργα “πράσινων” ηλεκτρικών διασυνδέσεων με στρατηγικούς εταίρους της στην περιοχή, όπως η Αίγυπτος, η Κύπρος, το Ισραήλ, αλλά και η Σαουδική Αραβία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Έργο Ηλεκτρικής Διασύνδεσης Ελλάδας-Αιγύπτου (GREGY), που προβλέπει την Ηλεκτρική Διασύνδεση του Αιγυπτιακού και του Ελληνικού Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας μέσω δύο ζευγών υποθαλάσσιων καλωδίων και ζεύξης συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης, μήκους 954 χιλιομέτρων, από το Wadi El Natroon της Αιγύπτου έως την Αττική.
Αναφορικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, από τον Μάρτιο 2023 βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια διατήρησης ήρεμου κλίματος και επιχειρείται, αφενός οποιαδήποτε διαφωνία να μην οδηγεί σε κρίσεις, αφετέρου επιδιώκεται, όπου είναι δυνατό, η συνεργασία. Έκτοτε, έχει πραγματοποιηθεί πληθώρα συναντήσεων, σε πολλαπλά επίπεδα, ακόμα και μεταξύ των δύο ηγετών, εντός και εκτός του πλαισίου του Οδικού Χάρτη, ο οποίος περιλαμβάνει Πολιτικό Διάλογο, ΜΟΕ και Θετική Ατζέντα. Ορόσημα αποτέλεσαν το 5ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, τον Δεκέμβριο 2023 και η επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Άγκυρα, τον Μάιο 2024. Απτό δείγμα εποικοδομητικής συνεργασίας αποτέλεσε η υποβολή ελληνοτουρκικής υποψηφιότητας-δέσμης για θέσεις υψηλών αξιωματούχων του ΟΑΣΕ. Η ελληνοτουρκική υποψηφιότητα εγκρίθηκε στις 6 Δεκεμβρίου 2024, από την Υπουργική Διάσκεψη του ΟΑΣΕ στη Βαλέττα, για τις θέσεις του Γενικού Γραμματέα και της επικεφαλής του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού. Εποικοδομητική στάση έχει τηρήσει η χώρα μας και στην ΕΕ, στηρίζοντας την επανεκκίνηση των ευρωτουρκικών σχέσεων, κατά τρόπο αναλογικό, σταδιακό και αναστρέψιμο.
Η μεταβολή της τουρκικής συμπεριφοράς έναντι της Ελλάδας, εκτιμάται ότι εντάσσεται στο πλαίσιο των ευρύτερων τουρκικών προσπαθειών για την αναστροφή της περιφερειακής απομόνωσης και την εξομάλυνση των σχέσεων με τα γειτονικά κράτη και τη Δύση, μετά τη συνειδητοποίηση των ορίων της πρότερης πολιτικής, η οποία χαρακτηριζόταν από στρατιωτικές επεμβάσεις, ισορροπίες μεταξύ Δύσης-Ρωσίας, επιδίωξη στρατηγικής αυτονομίας και είχε υψηλό κόστος, όπως αποκλεισμό από το αμερικανικό πρόγραμμα μαχητικών αεροσκαφών F-35 και έως πρόσφατα, από την προμήθεια μαχητικών F-16. Την όλη προσπάθεια διατήρησης θετικού κλίματος έχουν επισκιάσει η τουρκική ρητορική, η οποία αναπαράγει σποραδικά τις πάγιες τουρκικές διεκδικήσεις, χωρίς όμως την επιθετικότητα του πρόσφατου παρελθόντος. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και σποραδικές δράσεις της γείτονος, όπως η συμπερίληψη της «Γαλάζιας Πατρίδας» και της «Πατρίδας των Αιθέρων» στα σχολικά εγχειρίδια και η έναρξη (6.5.2024) λειτουργίας της Μονής Χώρας στην Κωνσταντινούπολη ως τεμένους (Kariye Camii), για την οποία η ελληνική πλευρά εξέφρασε δυσαρέσκεια σε ανώτατο επίπεδο, ενώ πραγματοποιήθηκαν και διαβήματα στην UNESCO.
Κατά την πλέον πρόσφατη επίσκεψη του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών στην Αθήνα (8.11.2024) φάνηκε εκ νέου ότι, οι θέσεις των δύο πλευρών παραμένουν αποκλίνουσες, με την Ελλάδα να εκφράζει τη βούληση επίλυσης της μοναδικής διαφοράς (οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ) και την Τουρκία να επιδιώκει να διευρύνει την ατζέντα. Παρά τις διαφορετικές επί του ζητήματος θέσεις, οι δύο Υπουργοί επιβεβαίωσαν τη βούληση διατήρησης ήπιου κλίματος και συνεργασίας, όπου αυτή είναι πρόσφορη, όπως, φάνηκε με την υποψηφιότητα στον ΟΑΣΕ.
Πέραν όμως των παραπάνω, η πολιτική, κοινωνική, στρατιωτική και οικονομική κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή μας, επιβάλλει επαγρύπνηση. Στον περίγυρό μας εντοπίζεται πλήθος εστιών αστάθειας, που υπογραμμίζουν την ανάγκη η Ελλάδα να παραμείνει και να αναδειχθεί ως αξιόπιστος παράγοντας ασφάλειας και σταθερότητας. Το διεθνές περιβάλλον έχει γίνει ιδιαίτερα πολύπλοκο, αμφισβητούμενο, ανταγωνιστικό και ευμετάβλητο. Οι προκλήσεις στη σύγχρονη εποχή είναι εμφανές ότι, δεν μπορούν να περιοριστούν αποκλειστικά στην αποτροπή των στρατιωτικών ενεργειών και απειλών επί του πεδίου. Η αντιμετώπισή τους επεκτείνεται στην προληπτική ανάσχεση ενός ευρύτερου φάσματος προκλήσεων, όπως οι υβριδικές απειλές, οι κυβερνοεπιθέσεις και η εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, τις επικρατούσες δημοσιονομικές συνθήκες και τις ένοπλες συγκρούσεις των τελευταίων ετών, υπογραμμίζουν, περισσότερο από ποτέ, την ανάγκη για τον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, μέσω μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής, που φέρει την ονομασία Ατζέντα 2030. Η προσαρμογή των Ενόπλων Δυνάμεων στα δημογραφικά στοιχεία καθίσταται επιβεβλημένη. Η μετεξέλιξή τους μέσω υιοθέτησης καινοτόμων λύσεων, όπως τα αυτόνομα οπλικά συστήματα, η χρήση του Διαστήματος και η ευρεία αξιοποίηση των δυνατοτήτων της Τεχνητής Νοημοσύνης είναι σημαντικές δράσεις, προς την κατεύθυνση της προσαρμογής στη νέα αυτή πραγματικότητα. Η δημιουργία ενός αμυντικού οικοσυστήματος καινοτομίας αποτελεί θεμελιώδη λίθο στην υλοποίηση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, καθώς οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα πρέπει να συνδέσουν τις ανάγκες τους με την ανάπτυξη της Εγχώριας Βιομηχανίας. Ωστόσο, πέραν των δομικών μεταρρυθμίσεων των Ενόπλων Δυνάμεων σε κρίσιμους επιχειρησιακούς τομείς, η Χώρα μας έχει αναδείξει, ως αδιαπραγμάτευτο παράγοντα, την ανάγκη σταθερής προσήλωσης στο Διεθνές Δίκαιο, στο Δίκαιο της Θάλασσας και στον απόλυτο σεβασμό της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας όλων των κρατών.
Επιπλέον, προβάλλει με συνέπεια στους Διεθνείς Οργανισμούς τον σταθεροποιητικό της ρόλο στην ευρύτερη περιοχή και διεκδικεί ενεργή συμμετοχή σε αυτούς. Υπό το πρίσμα αυτό, η ανάπτυξη συνεργασιών και συναντιλήψεων με χώρες που ασπάζονται τις αρχές μας, αποτελεί στρατηγική επιλογή της Χώρας μας.
Σημαντική δε συνιστώσα προς την κατεύθυνση αυτή αποτελεί η Αμυντική μας Διπλωματία, η οποία επιδιώκει να ενισχύσει και να αναπτύξει στρατηγικές συνεργασίες στον τομέα της άμυνας με κράτη, με τα οποία μοιραζόμαστε την προσήλωση στην Εθνική Ανεξαρτησία, στην Κυριαρχία και στο Διεθνές Δίκαιο. Με αυτές τις σκέψεις και με την βεβαιότητα, ότι με τις εισηγήσεις των έγκριτων ομιλητών και την επακολουθείσα συζήτηση θα προκύψουν γόνιμα συμπεράσματα, κηρύσσω την έναρξη της εκδήλωσης.”
Στην εκδήλωσης, κεντρικοί ομιλητές ήταν ο Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής Παντείου Πανεπιστημίου, Βουλευτής Α’ Αθηνών ΝΔ Άγγελος Συρίγος, ο Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Παντείου Πανεπιστημίου, Διευθυντής του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής» και τέως Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, ο Πρόεδρος Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων, Καθηγητής Στρατηγικής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς Αθανάσιος Πλατιάς, ο Γενικός Γραμματέας του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Founder and CEO, Foresight Αλέξανδρος Κωστόπουλος και ο Επίτιμος Διοικητής Διοίκησης Αεροπορικής Εκπαίδευσης (ΔΑΕ) Αντιπτέραρχος (Ι) ε.α. Ευάγγελος Γεωργούσης.